Το Κανάλι του Μιντί βρίσκεται στη νότια Γαλλία και συνδέει το κανάλι του ποταμού Γαρούνα (Garonne στα γαλλικά) με τη λιμνοθάλασσα του Τω (Étang de Thau) στις ακτές της Μεσογείου. Αρχικά το κανάλι έφτανε μέχρι την πόλη της Τουλούζης, στη συνέχεια όμως συνδέθηκε με το κανάλι του Γαρούνα και σχηματίστηκε το Κανάλι των Δύο Θαλασσών (μεταξύ Ατλαντικού και Μεσογείου). Το κανάλι ονομάστηκε Βασιλικό Κανάλι του Λανγκεντόκ, αλλά οι Γάλλοι Επαναστάτες το μετονόμασαν σε Κανάλι του Μιντί το 1789.
Η ιδέα για τη δημιουργία ενός καναλιού που θα συνέδεε τη Μεσόγειο με τον Ατλαντικό, παρακάμπτοντας την Ιβηρική χερσόνησο, φτάνει πίσω στην αρχαιότητα, καθώς τα οφέλη που θα προέκυπταν θα ήταν πολλά, σε οικονομικό, πολιτικό και στρατιωτικό επίπεδο. Ηγέτες, όπως ο Αύγουστος, ο Νέρωνας και ο Καρλομάγνος είχαν οραματιστεί αυτό το παράτολμο εγχείρημα, κανείς τους όμως δεν το επιχείρησε, λόγω των κολοσσιαίων δυσκολιών που υπέθεταν ότι θα συναντήσουν – με κυριότερη την τροφοδοσία του καναλιού με νερό.
Το 1662 ο μηχανικός και εισπράκτορας του φόρου άλατος στην περιοχή του Λανγκεντόκ Πιέρ-Πωλ Ρικέ υπέβαλλε στον βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκο ΙΔ’ ένα ολοκληρωμένο σχέδιο που κατάφερε να τον πείσει! Η έγκριση δόθηκε με βασιλικό έδικτο το 1666, αποδίδοντας στον Ρικέ την ευρεσιτεχνία. Ωστόσο, ο Ρικέ, ο μηχανικός που εμπνεύστηκε το έργο, δεν κατόρθωσε να το δει ολοκληρωμένο, καθώς πέθανε το 1681, 13 ολόκληρα χρόνια πριν την αποπεράτωση των εργασιών.
Το υδάτινο δίκτυο του Μιντί περιλαμβάνει, εκτός από το κύριο κανάλι, και πολλά βοηθητικά έργα, μεταξύ αυτών 91 υδατοφράκτες, οι οποίοι χρησιμεύουν στην εξισορρόπηση των υψομετρικών διαφορών (η διαφορά υψομέτρου ανάμεσα στις περιοχές της αρχής και του τέλους του καναλιού είναι 190 μέτρα), καθώς και 40 υδαταγωγοί (υδραγωγεία), αλλά και γέφυρες και μια σήραγγα.
Σημαντικά προβλήματα παρουσιάστηκαν στην περιοχή του Μπεζιέ. Εκεί κατασκευάστηκαν οκτώ υδατοφράκτες σε μορφή κλίμακας, προκειμένου το κανάλι θα κατέβει έναν λόφο, του οποίου η κλίση δεν ήταν σταθερή. Παρ’ όλες τις δυσκολίες, οι παρεμβάσεις αποδείχθηκαν ιδιαίτερα επιτυχημένες, ενώ το εργατικό δυναμικό αποτελούνταν κυρίως από γυναίκες.
Άλλου είδους δυσχέρειες προέκυψαν στην πόλη Καρκασσόν. Οι αρχές της πόλης αρνήθηκαν να καταβάλουν στον Ρικέ το ποσό των 100.000 λιβρών, προκειμένου να αλλάξει ο αρχικός σχεδιασμός του καναλιού και να περάσει μέσα από την πόλη. Τελικά, το κανάλι παρέκαμψε την Καρκασσόν, η οποία έμεινε χωρίς ποτάμιο λιμάνι μέχρι το 1810, οπότε έγινε νέα χάραξη και διάνοιξη του καναλιού μέσα από την πόλη.
Αρχικά το κανάλι χρησιμοποιήθηκε από μικρές φορτηγίδες, τις οποίες ρυμουλκούσαν άλογα από την όχθη και αργότερα ατμοκίνητα ρυμουλκά. Τα σκάφη αυτά εκτελούσαν τακτικά δρομολόγια για τη μεταφορά προϊόντων (κυρίως δημητριακών και κρασιού), αλλά και επιβατών και του ταχυδρομείου. Οι εμπορικές συναλλαγές παρήκμασαν μετά την κατασκευή σιδηροδρομικού δικτύου το 1857, συνεχίστηκαν όμως σχεδόν μέχρι τη δεκαετία του 1980, οπότε και διακόπηκαν εντελώς.
Σήμερα ο υδάτινος δρόμος του Μιντί λειτουργεί ως τουριστικό αξιοθέατο και χώρος αναψυχής, με δραστηριότητες όπως κωπηλασία, κανό, ψάρεμα, αλλά και κρουαζιέρες με πολυτελή σκάφη. Οι όχθες του είναι φυτεμένες από τις αρχές του 19ου αιώνα με περίπου 42.000 πλατάνια, πολλά από τα οποία μαράθηκαν γύρω στο 2000 λόγω ασθένειας από μύκητες. Υπολογίζεται ότι μέσα στα επόμενα χρόνια θα πρέπει να αντικατασταθούν όλα, και μάλιστα με ποικιλίες περισσότερο ανθεκτικές στη συγκεκριμένη ασθένεια.
Το Κανάλι του Μιντί παραμένει μέχρι και σήμερα ένα αξιοθαύμαστο επίτευγμα της σύγχρονης μηχανικής. Η UNESCO, αναγνωρίζοντας τη σημασία του ως έργου που έστρωσε το δρόμο προς τη Βιομηχανική Επανάσταση, το ανακήρυξε μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς το 1996.