Η Καλκούτα (Kolkata στα αγγλικά, कोलकता στα χίντι) είναι μια από τις μεγαλύτερες σε πληθυσμό και οικονομική δραστηριότητα πόλεις της Ινδίας. Για την ακρίβεια τρίτη πίσω από το Δελχί και τη Βομβάη. Κατοικούν στη πόλη 4,6 εκατομμύρια κάτοικοι σε έκταση 185 τετραγωνικών χιλιομέτρων. Βρίσκεται στο βόρειο μέρος του κόλπου της Βεγγάλης στις εκβολές του ποταμού Γάγγη και αποτελεί την πρωτεύουσα της πολιτείας της Δυτικής Βεγγάλης. Εάν προσθέσουμε τους κατοίκους όλης της μητροπολιτικής περιοχής ο πληθυσμός φτάνει στα 14,6 εκατομμύρια.
Το κλίμα της είναι υγρό και ξηρό με μέση ετήσια θερμοκρασία στους 26,8 βαθμούς Κελσίου. Από τον Ιούνιο έως τον Σεπτέμβριο είναι η περίοδος των μουσώνων που χτυπούν τη πόλη. Συχνοί οι τυφώνες στη περιοχή με τελευταίους τους θανατηφόρους Μπουλμπούλ τον Νοέμβριο του 2019 και Φάνι τον Μάιο του 2020.
Η ανάπτυξη της πόλης συνδέθηκε με την άνοδο της Βρετανικής αποικιακής κυριαρχίας. Οι Βρετανοί αποικιοκράτες εκμεταλλεύθηκαν τη στρατηγική θέση της και δημιούργησαν ένα κέντρο για τον έλεγχο του εμπορίου αρχικά αλλά και την δημιουργία μιας ναυτικής βάσης ως θεμέλιο για την κυριαρχία τους στην Ινδική χερσόνησο.
Χώρα | Ινδία |
Πληθυσμός | 4,600,000 |
Έκταση | 185 τ.χλμ. |
Υψόμετρο | 9 μέτρα |
Ζώνη ώρας | UTC+5:30 |
Έτος Ίδρυσης | 1686 |
Την πόλη ίδρυσε η περίφημη Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών στα τέλη του 17ου αιώνα. Ενεργούσε με τη πλήρη κάλυψη του Βρετανικού κράτους για τη προώθηση των οικονομικών του συμφερόντων στην Ανατολή. Ιδρυτής της πόλης σύμφωνα με τους Βρετανούς είναι ο Τζομπ Τσάρνοκ , αξιωματούχος της Εταιρείας. Σύμφωνα με τους Ινδούς η πόλη προέκυψε από την ανάπτυξη τριών οικισμών που υπήρχαν στη περιοχή και απλά με την έλευση των Βρετανών αναπτύχθηκαν περισσότερο. Ένας από τους τρεις οικισμούς ήταν η Καλκούτα όπου έδωσε και το όνομα στην πόλη.
Το 1698 μετά τη παραχώρηση του Μογγόλου Αυτοκράτορα της περιοχής στην Εταιρεία , οι Βρετανοί δημιούργησαν το οχυρό Ουίλιαμ όπου υπήρξε η αφορμή για αντιδικίες με τους Ινδούς ηγεμόνες της περιοχής αλλά και τους Γάλλους που είχαν εγκατασταθεί νοτιότερα του κόλπου της Βεγγάλης.
Υπό Βρετανική κυριαρχία , η Καλκούτα εξελίχθηκε σε εμπορικό κέντρο και στα μισά του 19ου αιώνα αναπτύχθηκαν δυο χωριστές περιοχές στη πόλη. Η πρώτη ήταν η «Λευκή Πόλη» όπου κατοικούσαν οι Βρετανοί και οι άποικοι Ευρωπαϊκής καταγωγής. Η δεύτερη ήταν η «Μαύρη Πόλη» όπου κατοικούσαν οι Ινδοί που ήρθαν στη πόλη λόγω της ανάπτυξης της.
Η συγκεκριμένη εισροή πληθυσμού από όλη την Ινδία στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα κατέστησε την Καλκούτα βιομηχανικό και συγκοινωνιακό κέντρο καθώς αποτέλεσε τη βάση για την ανάπτυξη τηλεγραφικού δικτύου για όλη τη χώρα .Το αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν να ανακηρυχθεί σε πρωτεύουσα όλης της Βρετανικής αποικίας στην Ινδία.
Το 1883 αρχίζει η συζήτηση μεταξύ των Ινδών για την απομάκρυνση των Βρετανών από τη περιοχή και το 1905 η Βρετανική διοίκηση παίρνει την απόφαση να ανακηρύξει αυτόνομο το ανατολικό τμήμα της επαρχίας. Στο τμήμα αυτό κατοικούσαν κυρίως μουσουλμάνοι και διαχωρίστηκε από την Καλκούτα και το δυτικό τμήμα όπου οι κάτοικοι ήταν ινδουιστές.
Κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο η πόλη θα αποδεκατιστεί από τον Λιμό της Βεγγάλης όπου ήταν υπεύθυνος για τον θάνατο περίπου 2,5 εκατομμύριων ανθρώπων. Το 1946 στην «Εβδομάδα των μεγάλων μαχαιριών » η σύγκρουση μεταξύ ινδουιστών και μουσουλμάνων είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο 4.000 ανθρώπων.
Τη περίοδο 1840-1920 η Καλκούτα υπήρξε μια από τις σπουδαιότερες πνευματικές πρωτεύουσες ολόκληρου το κόσμου. Είναι η πόλη όπου έδωσε ένα νικητή Βραβείου Νόμπελ που ήταν μάλιστα και το πρώτο της Ασίας , ένα νικητή Βραβείου Όσκαρ και ένα τεράστιο όγκο λογοτεχνίας.
Στη Καλκούτα εκδίδονταν τόσα πολλά βιβλία που τη καθιστούσαν δεύτερη παγκοσμίως στο συγκεκριμένο τομέα πίσω μόνο από το Λονδίνο. Η κληρονομία φαίνεται και στις μέρες μας όπου υπάρχει στη πόλη τραμ-βιβλιοθήκη που διανύει καθημερινά μια απόσταση 4,5 χιλιομέτρων περνώντας από τις περιοχές που φιλοξενούν πάνω από 30 εκπαιδευτικά ιδρύματα.
Το 2016 το Νόμπελ Λογοτεχνίας κατέληξε στον Μπομπ Ντίλαν. Πολλοί ισχυρίστηκαν ότι ήταν το πρώτο που δόθηκε σε μουσικό. Όμως η αλήθεια είναι ότι ο πρώτος ήταν το τοτέμ της Ινδικής τέχνης και πνευματικό τέκνο της πόλης, ο περίφημος Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ με το Νόμπελ Λογοτεχνίας που κέρδισε το 1913.
Έχει γράψει πάνω από 2.000 τραγούδια και πάνω σε αυτά τα τραγούδια βασίζονται οι εθνικοί ύμνοι όχι μόνο της Ινδίας αλλά και του Μπαγκλαντές και της Σρι Λάνκα. Φίλος με τον μυθικό Γκάντι έγραψε επίσης πάνω από 50 βιβλία με ποιήματα καθώς επίσης μυθιστορήματα και θεατρικά έργα. Επηρέασε πολλούς σύγχρονους ποιητές και συγγράφεις ενώ μνημειώδης θεωρείται η συνάντηση του με τον Αϊνστάιν.
Οι κάτοικοι της πόλης αγαπούσαν τις λέξεις και τα γράμματα και επινόησαν ένα είδος συζήτησης που το αποκάλεσαν adda. Έπαιξε και αυτό το ρολό του στην περίφημη Αναγέννηση της Βεγγάλης. Το adda είναι κάτι σαν το ελληνικό συμπόσιο χωρίς το ποτό και τη μουσική βέβαια. Μια συζήτηση χωρίς προκαθορισμένο θέμα και ατζέντα. Μια συνεδρία που ακούγονται διάφορα πράγματα αλλά δεν καταλήγει να είναι άσκοπη.
Μια παράδοση που υφίσταται ακόμα στην Καλκούτα και δεν έχει αποτελέσει παρελθόν μετά την άνοδο των social media. Πως θα το περιγράφαμε λοιπόν. Κάτι σαν λέσχη βιβλίου που στο τραπέζι μπαίνουν διάφορα θέματα από πολιτικά, αθλητικά έως και το που θα πάμε ταξίδι. Στήνεται αυθόρμητα σε κάποιο υπαίθριο χώρο ή σε συγκεκριμένη ώρα σε κάποιο σπίτι. Μια συζήτηση που δεν χρειάζεται γέφυρες να ενώσεις τα κομμάτια. Κάτι σαν ένα μεγάλο forum που ρωτάς και προσπαθείς να πάρεις απάντηση για τα πάντα.
Bonus Facts
- Η περιοχή της Δυτικής Βεγγάλης είναι γνωστή για την τίγρη της ή αλλιώς Βασιλική Τίγρη της Βεγγάλης. Συγκαταλέγεται στα μεγαλύτερα άγρια αιλουροειδή που ζουν σήμερα. Η γούνα της είναι κίτρινη προς ανοιχτό πορτοκαλί. Η ουρά της είναι πορτοκαλί με μαύρους δακτυλίους.
Οι ρίγες που διαθέτει είναι από σκούρο καφέ έως μαύρο. Η κοιλιά και τα εσωτερικά μέρη των άκρων της είναι λευκά. Ακόμα πιο εντυπωσιακή και σπάνια είναι η λευκή τίγρης που οφείλεται σε γονιδιακή μετάλλαξη δηλαδή από υπολειπόμενο μεταλλαγμένο γονίδιο του τίγρη της Βεγγάλης. Είναι συνήθως μεγαλύτερες σε μέγεθος και αρκετά δημοφιλείς στους Ζωολογικούς κήπους σε όλο τον κόσμο.
Επίσης στη περιοχή αναπτύσσεται στα δάση των μουσώνων της και ο φίκος της Βεγγάλης ή Banyan. Θεωρείται το εθνικό δέντρο της Ινδίας. Το ύψος του μπορεί να φτάσει τα 30 μέτρα και η στεφάνη του τα 600 μέτρα περιμετρικά.
Η μοναδικότητα του φυτού είναι ότι αποκτά μεγάλο μέγεθος καθώς δεν μεγαλώνει μόνο του αλλά σε μικρές συστάδες που με τη πάροδο του χρόνου δημιουργούν ένα δάσος που καταλαμβάνει μια περιοχή ίση με ένα αστικό μπλοκ. Στους οριζόντιους κλάδους σχηματίζεται μια ολόκληρη γιρλάντα από εναέριες ρίζες οι οποίες τεντώνονται στο έδαφος. Στην χώρα μας ένας αρκετά σπάνιος φίκος της Βεγγάλης, σχεδόν 150 ετών βρίσκεται στο Δημοτικό κήπο των Χανίων.
Διαβάστε στη συνέχεια: Ανάκτορο Ποτάλα, το παλάτι του Δαλάι Λάμα μες στα σύννεφα