Το ημερολόγιο έγραφε 8 Νοεμβρίου του σωτήριου έτους 1519… Ο Ισπανός κατακτητής Ερνάν Κορτές φτάνει σε μια πόλη πάνω σε μια λίμνη, μεγάλη σαν τη Σεβίλλη ή την Κόρδοβα, όπως αναφέρει ο ίδιος σε μια επιστολή του προς τον αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας Κάρολο Ε’. Ο ίδιος ο Κορτές και οι άντρες του μένουν άναυδοι από τα περίλαμπρα κτήρια, τις γέφυρες, τα παλάτια και τους ναούς που αντικρίζουν…
Ήταν η Τενοτστιτλάν, η πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας των Αζτέκων και η μεγαλύτερη και πολυπληθέστερη πόλη της προκολομβιανής Μεσοαμερικής.

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν η Τενοτστιτλάν…
Σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή, η Τενοτστιτλάν (México-Tenochtitlan στα ισπανικά) ιδρύθηκε το έτος 1325 από μέλη της φυλής Μέξικα (γνωστή και ως Αζτέκοι) που ήρθαν από τη μυθική περιοχή Αζτλάν, ακολουθώντας μια προφητεία του θεού τους Ουιτζιλοπότστλι. Ο θεός όριζε ότι θα έπρεπε να χτίσουν μια πόλη στο σημείο που θα έβλεπαν έναν αετό να τρώει ένα φίδι, καθισμένος πάνω σε έναν κάκτο.
Μόλις είδαν τη σκηνή αυτή να συμβαίνει πάνω σε ένα νησί της λίμνης Τεξκόκο -στην περιοχή που βρίσκεται σήμερα η Πόλη του Μεξικού- έσπευσαν να χτίσουν εκεί την πόλη τους. Ο αετός εκτός από το φίδι επρόκειτο να καταπιεί ολόκληρη τη Μεσοαμερική…

Σιγά σιγά η πόλη των Μέξικα άρχισε να αναπτύσσεται πάνω σε δύο νησιά της λίμνης Τεξκόκο. Επειδή όμως ο χώρος δεν ήταν αρκετός, οι ντόπιοι άρχισαν να επεκτείνουν το έδαφος των νησιών με τη μέθοδο «τσινάμπα» (που σημαίνει «ο κήπος που επιπλέει»). Η μέθοδος αυτή βασιζόταν στο χτίσιμο μικρών, ορθογώνιων περιοχών γόνιμης καλλιεργήσιμης γης στα ρηχά νερά της λίμνης, σε συνδυασμό με ένα σύστημα αποστράγγισης των υδάτων. Με τον τρόπο αυτόν δημιουργήθηκαν εκτεταμένες ζώνες τεχνητής γης, με αποτέλεσμα η πόλη να φτάσει σε έκταση τα 13 τετραγωνικά χιλιόμετρα.
Παράλληλα, οι κάτοικοι κατασκεύασαν αναχώματα που λειτουργούσαν ως δρόμοι σύνδεσης με την ηπειρωτική χώρα και διαχώριζαν το γλυκό από το αλμυρό νερό, προστατεύοντας τα «τσινάμπα».

Η πόλη, που ήταν χτισμένη συμμετρικά σε τετραγωνισμένο πολεοδομικό σχέδιο, χωριζόταν σε τέσσερις ζώνες, καθεμία από τις οποίες περιλάμβανε 20 γειτονιές, ενώ τη διέσχιζαν πολλά κανάλια και στενοί δρόμοι. Καθώς δεν υπήρχαν τροχήλατα οχήματα ή ζώα μεταφοράς, τα προϊόντα διακινούνταν με μεταφορείς ή μικρά πλεούμενα.
Για τις ανάγκες της πόλης σε πόσιμο νερό είχαν κατασκευαστεί μεγάλα πέτρινα υδραγωγεία που μετέφεραν νερό από κοντινές πηγές, ενώ για την προστασία της από εξωτερικούς εχθρούς υπήρχαν πτυσσόμενες γέφυρες ανάμεσα στα νησιά και τις απέναντι ακτές που θα άνοιγαν σε περίπτωση κινδύνου (ωστόσο δεν χρειάστηκε ποτέ να χρησιμοποιηθούν πριν την έλευση των Ισπανών). Επίσης, λειτουργούσε μια μεγάλη αγορά που εξυπηρετούσε σχεδόν 60.000 ανθρώπους σε καθημερινή βάση.

Στην καρδιά της Τενοτστιτλάν βρισκόταν το θρησκευτικό και τελετουργικό κέντρο ολόκληρης της αυτοκρατορίας, το οποίο περιλάμβανε 78 ξεχωριστές κατασκευές. Στη μέση δέσποζε ένας μεγάλος τειχισμένος περίβολος όπου ήταν χτισμένοι διάφοροι ναοί, μεταξύ των οποίων ο Μεγάλος Ναός (Templo Mayor), αφιερωμένος στον προστάτη θεό των Αζτέκων Ουιτζιλοπότστλι και στον θεό της βροχής Τλάλοκ, ο ναός του θεού του ουρανού Κετζαλκόατλ, ο ναός του Ήλιου και άλλοι, καθώς και ο χώρος των ανθρωποθυσιών.

Έξω από τον περίβολο βρισκόταν το παλάτι του Μοντεζούμα Β΄, του τελευταίου αυτοκράτορα των Αζτέκων. Το παλάτι ήταν πολυώροφο, είχε πολλά δωμάτια και περιστοιχιζόταν από ένα πάρκο με λιμνούλες για να πίνουν νερό τα πουλιά, ζωολογικό και βοτανικό κήπο και ενυδρείο.

Μεγάλη εντύπωση προκαλεί η ιδιαίτερα περίπλοκη κοινωνική διαστρωμάτωση του πληθυσμού. Στην πόλη συμβίωναν ανώτατοι αξιωματούχοι του κράτους, αριστοκράτες που συνδέονταν με συγγενικούς δεσμούς με τους αυτοκράτορες, ευγενείς-πολεμιστές, πλούσιοι έμποροι και απλοί πολίτες (εργάτες, αγρότες, τεχνίτες) που ζούσαν έξω από το κυρίως νησί και είχαν τους δικούς τους τοπικούς ναούς και αγορές. Το παζλ συμπλήρωναν άτομα που βρίσκονταν σε καθεστώς μισθωτής δουλείας για να εξοφλήσουν τα χρέη τους.

Το κοινωνικό στάτους των κατοίκων αντικατοπτριζόταν και στην κατοικία τους. Οι φτωχότεροι ζούσαν σε σπίτια φτιαγμένα από λάσπη και καλάμια, οι κάπως ευπορότεροι σε σπίτια από τούβλα και οι πλούσιοι σε κατοικίες χτισμένες με πέτρα που βρίσκονταν κοντά στον κεντρικό περίβολο. Οι ανώτεροι αξιωματούχοι κατοικούσαν σε επιβλητικά συγκροτήματα ανακτόρων.
Για περίπου 100 χρόνια (1428-1521) η Τενοτστιτλάν, σε συμμαχία με τις γειτονικές πόλεις Τλακόπαν και Τεξκόκο, κυριάρχησε στο χώρο του σημερινού κεντρικού Μεξικού. Από κοινού οι τρεις πόλεις-μέλη της Τριπλής Συμμαχίας υπέταξαν την ανταγωνίστρια πόλη Αζκαποτσάλκο και ίδρυσαν την αυτοκρατορία των Αζτέκων.

Το τέλος και οι επιβιώσεις της Τενοτστιτλάν στις μέρες μας
Όταν έφτασε ο Κορτές στην Τενοτστιτλάν ζούσαν περίπου 200.000 άνθρωποι. Αν και αρχικά είχε μαζί του μόλις 500 άνδρες και λιγότερα από 20 άλογα, κατόρθωσε σταδιακά να στρατολογήσει μεγάλο αριθμό ανδρών από γειτονικές φυλές και να την πολιορκήσει για 93 μέρες.
Στις 13 Αυγούστου 1521 η πόλη παραδόθηκε στους Ισπανούς κονκισταδόρες, οι οποίοι την λεηλάτησαν και την κατέστρεψαν σε μεγάλο βαθμό. Πάνω στα ερείπιά της χτίστηκε η πρωτεύουσα της Νέας Ισπανίας, όπως ονόμασαν οι κατακτητές την αποικία τους. Η νέα πόλη βρίσκεται σήμερα σε μεγάλο βαθμό στον πάτο της λίμνης Τεξκόκο, η οποία αποξηράνθηκε.

Σήμερα, αρκετά κατάλοιπα της Τενοτστιτλάν από τις ανασκαφές που διεξήχθησαν τον 20ό αιώνα είναι ορατά μέσα στην Πόλη του Μεξικού. Οι αρχαιολόγοι αποκάλυψαν επτά στρώματα κατοίκησης, το ένα πάνω στο άλλο, το βάρος των οποίων τα έκανε να βυθιστούν στα ιζήματα της λίμνης Τεξκόκο. Έχει εντοπιστεί η θέση που βρισκόταν ο Templo Mayor, που ήταν χτισμένος πάνω σε παλιότερες κατασκευές, ενώ στη θέση της σημερινής Πλατείας Συντάγματος (Plaza de la Constitución) βρέθηκε η κεντρική πλατεία και αγορά της Τενοτστιτλάν.

Bonus fact
Aν και η Τενοτστιτλάν λεηλατήθηκε ανηλεώς από τους Ισπανούς, στις ανασκαφές βρέθηκαν σχεδόν μυστηριωδώς εκπληκτικά έργα τέχνης των Αζτέκων. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει ένας δίσκος σε μορφή ασπίδας, με διάμετρο 3,25 μέτρα, που αναπαριστά τη θεά της σελήνης Κογιολξάουκι σκοτωμένη από τον αδερφό της θεό Ουιτζιλοπότστλι. Ο μύθος διηγείται ότι η Κογιολξάουκι είχε ξεσηκώσει τα αδέρφια της εναντίον της μητέρας της Κοατλίκουε, επειδή εκείνη είχε μείνει έγκυος από έναν θύσανο φτερών. Όταν όμως από την κοιλιά της Κοατλίκουε ξεπήδησε πλήρως ανεπτυγμένος και πάνοπλος ο Ουιτζιλοπότστλι, σκότωσε την αδερφή του Κογιολξάουκι και την έστειλε στον ουρανό, όπου έγινε η σελήνη.

Σημαντικό εύρημα αποτελεί και η «Πέτρα του Ήλιου», γνωστή και ως «Ημερολόγιο των Αζτέκων», ίσως το διασημότερο έργο της γλυπτικής των Αζτέκων. Πρόκειται για έναν τεράστιο μονολιθικό δίσκο από βασάλτη, πιθανότατα βωμό αφιερωμένο στον θεό του ήλιου Τονατιού.
Ο θεός εικονίζεται να κρατά μια ανθρώπινη καρδιά, ενώ η γλώσσα του έχει σχήμα μαχαιριού, σύμβολο που παραπέμπει στην πεποίθηση των Αζτέκων ότι χρειάζεται μια θυσία για να συνεχίσει ο ήλιος την κίνησή του στον ουρανό. Γύρω από τη μορφή του θεού υπάρχουν τέσσερα τετράγωνα που συμβολίζουν τους τέσσερις προηγούμενους κόσμους ή «ήλιους», πριν τον «πέμπτο ήλιο» που παραπέμπει στο παρόν. Το κεντρικό αυτό θέμα πλαισιώνεται από δακτυλίους με κοσμολογικά σύμβολα του ιερού ημερολογίου των Αζτέκων.

Πηγές: Wikipedia, Britannica, National Geographic, Thoughtco [1], [2], World History, Met Museum, History.com
Διαβάστε στη συνέχεια: Mictlantecuhtli, ο Αζτέκος Θεός του Κάτω Κόσμου