Search
Close this search box.
Search
Close this search box.

Τα ταξίδια του Τζέιμς Κουκ

Ο Τζέιμς Κουκ γεννήθηκε στις 27 Οκτωβρίου 1728 στο Γιορκσάιρ της Αγγλίας και επρόκειτο να γίνει ένας από τους σπουδαιότερους θαλασσοπόρους, εξερευνητές και χαρτογράφους όλων των εποχών.
Ο θαλασσοπόρος Τζέιμς Κουκ

Ο Τζέιμς Κουκ (James Cook) γεννήθηκε στις 27 Οκτωβρίου 1728 στο Γιορκσάιρ της Αγγλίας και επρόκειτο να γίνει ένας από τους σπουδαιότερους θαλασσοπόρους, εξερευνητές και χαρτογράφους όλων των εποχών. Πραγματοποίησε τρία ταξίδια για λογαριασμό της Μεγάλης Βρετανίας, φτάνοντας από την Ανταρκτική (σχεδόν) μέχρι τον Βερίγγειο Πορθμό, από τις ακτές της Βόρειας Αμερικής και του Καναδά έως τη Νέα Ζηλανδία.

Ο πατέρας του λέγεται πως έμαθε να διαβάζει γύρω στα 80 του για να μπορέσει να μελετήσει το πρώτο ταξίδι του γιου του γύρω από τον κόσμο!

Ο ίδιος, το δεύτερο από τα εννιά παιδιά της οικογένειάς του, έλαβε στοιχειώδη μόρφωση. Μπορεί ως πιτσιρικάς να ήταν ιδιότροπος και πεισματάρης, ωστόσο ξεκίνησε από νωρίς να βοηθά τον πατέρα του στις δουλειές του αγροκτήματός τους. Γρήγορα βρέθηκε μαθητευόμενος στη ναυτική εταιρεία Walker, στο Ουίτμπυ. Ο Κουάκερος Τζον Γουόκερ ασχολούνταν με το θαλασσινό εμπόριο κάρβουνου.

Ο θρύλος λέει πως κάποια μέρα ένας πελάτης πλήρωσε τον Κουκ με ένα περίεργο νόμισμα όπου ήταν χαραγμένα τα γράμματα SSC (South East Company) και εκείνος φάνηκε να γοητεύεται αμέσως με την ιδέα των ανεξερεύνητων μερών του κόσμου. Έτσι, τι πιο φυσικό, αποφάσισε να επιλέξει την καριέρα του θαλασσοπόρου.

Στα είκοσί του κατατάχθηκε οικειοθελώς στο Βασιλικό Ναυτικό. Στη διάρκεια του Επταετούς Πολέμου με τη Γαλλία (1756-1763, κατά τον οποίο το αγγλικό αστικό κράτος εκτόπισε τη Γαλλία από την Β. Αμερική και τις αποικίες, κατέκτησε πολλά εδάφη στις Ινδίες και εδραίωσε την κυριαρχία της Αγγλικής Εταιρείας Ανατολικών Ινδιών), έδειξε τις ικανότητές του ως τοπογράφος. Οι λεπτομερείς χάρτες του για τον ποταμό του Αγίου Λαυρεντίου βοήθησαν τους Βρετανούς να αιφνιδιάσουν τους Γάλλους στο Κεμπέκ του Καναδά. Μετά τον πόλεμο, ο Κουκ συνέχισε να χαρτογραφεί έχοντας μια σειρά ακριβών χαρτών της Νέας Γης (Newfoundland), την εποχή που κυβερνήτης του ήταν ο σερ Χιού Πάλισερ (Sir Hugh Palliser), στου οποίου την υποστήριξη χρωστάει πολλά στην μετέπειτα ζωή του. Από τότε, ο Κουκ είχε δείξει στους ανωτέρους του ότι ήταν μια γεννημένη ιδιοφυία.

Το πρώτο ταξίδι

Το πρώτο ταξίδι του Τζέιμς Κουκ

Ο αστρονόμος Χάλλεϋ είχε διατυπώσει στις αρχές του 18ου αιώνα την άποψη ότι η απόσταση της γης από τον ήλιο θα μπορούσε να προσδιοριστεί μέσω της παρατήρησης της τροχιάς της Αφροδίτης το 1769. Έτσι, το 1768, ο Τζέιμς Κουκ εστάλη (με προτροπή και μεσολάβηση του Πάλισερ) από το βρετανικό Ναυαρχείο ακριβώς για αυτή την αποστολή. Ωστόσο, η αλήθεια είναι πως αυτή θα ήταν μια μυστική αποστολή που αποσκοπούσε στην αναζήτηση μίας μεγάλης νότιας ηπείρου. Terra Incognita (Άγνωστη Γη) το όνομα αυτής, η οποία πίστευαν ότι υπήρχε κάπου στο Νότιο Ειρηνικό και στο Νότιο Ατλαντικό.

Η πεποίθηση αυτή ήταν τότε αρκετά διαδεδομένη, αφού οι Γάλλοι, που προηγουμένως είχαν χάσει τον Καναδά, έδειχναν ενδιαφέρον για την προοπτική της ανακάλυψης μιας νέας ηπείρου σε ανεξερεύνητα μέρη.

Το πλοίο που ναυπηγήθηκε για το ταξίδι αυτό, ήταν η Απόπειρα (Endeavour). Η αποστολή σήκωσε άγκυρα και αναχώρησε από το Πλύμουθ τον Αύγουστο του 1768. Έφτασε τον Απρίλη του 1769 στην ήδη γνωστή τότε Ταϊτή και στις 3 Ιουνίου 1769 κατόρθωσε να μετρήσει τον χρόνο διέλευσης της Αφροδίτης.

Τον Οκτώβρη του ίδιου έτους, ο Κουκ έγινε ο πρώτος Ευρωπαίος που πάτησε το πόδι του στην ακτή της Νέας Ζηλανδίας, του Βόρειου Νησιού, (στην περιοχή που τώρα ονομάζεται Gisborne) και δημιούργησε ακριβείς χάρτες των χερσαίων εκτάσεων (εγχείρημα που του πήρε έξι μήνες), ενώ παράλληλα κατέγραψε στα Ημερολόγιά του τα χαρακτηριστικά, τα ήθη και τα έθιμα των (κανίβαλων) ιθαγενών Μαορί. Στην ουσία, ο Κουκ απέδειξε τότε ότι η Νέα Ζηλανδία απαρτιζόταν από δύο νησιά και δεν αποτελούσε τμήμα κάποιας ηπείρου.

Στη συνέχεια, διέσχισε τη Θάλασσα της Τασμανίας και τον Απρίλη του 1770 έφτασε στην ΝΑ ακτή της Αυστραλίας και έγινε έτσι ο πρώτος Ευρωπαίος που το κατάφερε, ενώ παράλληλα χαρτογράφησε τα συγκεκριμένα μέρη. Δέκα μέρες μετά έφτασε στο Botany Bay, που αργότερα έγινε ο πρώτος Αυστραλιανός οικισμός της Ευρώπης. Τον Ιούνη η Απόπειρα κόντεψε να… ναυαγήσει στον Μεγάλο Κοραλλιογενή Ύφαλο. Όμως, το πλήρωμα έβαλε τα δυνατά του για να αντιμετωπίσει το ατυχές περιστατικό και το σκάφος άντεξε, ενώ ακόμη σώθηκαν και κάποια πολύτιμα έγγραφα του Κουκ. Μετά την δίμηνη επισκευή του, συνέχισαν να πλέουν κατά μήκος του Υφάλου.

Σταμάτησαν στην Τζακάρτα της Ινδονησίας (τότε γνωστή ως Μπατάβια) για να εφοδιαστούν για το ταξίδι της επιστροφής στην Αγγλία. Εκεί, 30 μέλη του πληρώματος πέθαναν από πυρετό και δυσεντερία. Κανένας όμως δεν κατέληξε από σκορβούτο, την αρρώστια-μάστιγα των ναυτικών της εποχής κι αυτό είναι κάτι που οφείλεται στον καπετάνιο Κουκ.

Ο Κουκ είχε τονίσει το πόσο σημαντικό ήταν να παραμένει το πλοίο στεγνό και καθαρά και να έχει το πλήρωμα άφθονο φρέσκο νερό. Επίσης, ανάγκαζε το πλήρωμά του να πίνει αποξηραμένη βύνη, συμπυκνωμένο ζωμό κρέατος και να τρώει μπόλικο λάχανο τουρσί, μια αντισκορβουτική συνταγή που αποδείχτηκε ένα από τα μεγαλύτερά του επιτεύγματα. Η αποστολή επέστρεψε στην Αγγλία τον Ιούλη του 1771.

Το δεύτερο ταξίδι

Το δεύτερο ταξίδι του Τζέιμς Κουκ

Μετά την επιτυχία του πρώτου του ταξιδιού, άρχισε να οργανώνει ένα ακόμη πιο φιλόδοξο ταξίδι. Για την δεύτερη αποστολή, που προγραμμάτισε ο ίδιος ο Κουκ, ναυπηγήθηκαν δύο νέα πλοία (καθώς η Απόπειρα είχε φύγει για τα Νησιά Φώκλαντ μεταφέροντας προμήθειες), η Απόφαση (Resolution) και η Περιπέτεια (Adventure). Στον Κουκ ανατέθηκε η διακυβέρνηση της Απόφασης, ενώ το άλλο καράβι είχε κυβερνήτη τον Τομπίας Φερνό.

Τα δύο πλοία αναχώρησαν από την Αγγλία τον Ιούνιο του 1772. Ο Κουκ έκανε τον περίπλου της Ανταρκτικής, ο πάγος όμως δεν του απέτρεψε να διακρίνει κάποια ήπειρο σε εκείνο το γεωγραφικό πλάτος. Σχεδόν όμως είχε ανακαλύψει την Ανταρκτική, καθώς είχε φτάσει σε απόσταση 121 χλμ. από τις ακτές της! Ο ίδιος μάλιστα έγραψε στα Ημερολόγιά του ότι:

«Νομίζω πως τελείωσα με τον Νότιο Ειρηνικό και θέλω να πιστεύω πως κανείς δε θα μείνει με την εντύπωση ότι τον άφησα ανεξερεύνητο. Αν δεν κατάφερα να ανακαλύψω κάποια ήπειρο, είναι επειδή δεν υπάρχει στα πλεύσιμα νερά της περιοχής και όχι γιατί δεν έψαξα παντού».

Τζέιμς Κουκ στην Ανταρκτική

Στη συνέχεια, εξερεύνησε τα ήδη γνωστά νησιωτικά συμπλέγματα Σαμόα, Φίτζι και Βανουάτου, την Τόγκα, το Νησί του Πάσχα και τις Νέες Εβρίδες, ενώ το 1774 έγινε ο πρώτος Ευρωπαίος που αντίκρισε τη Νέα Καληδονία. Το νησί το ονόμασε έτσι, καθώς το ΒΑ τμήμα του ισχυριζόταν πως του θύμιζε την Σκωτία. Ανακάλυψε επίσης το ακατοίκητο νησί Νόρφολκ (μεταξύ Νέας Καληδονίας και Νέας Ζηλανδίας) στις 10 Οκτωβρίου του ίδιου έτους.

Τον Ιανουάριο του 1775 έγινε η ανακάλυψη και της Νότιας Γεωργίας (το όνομα δόθηκε στον τιμήν του βασιλιά Γεωργίου του Γ’ και βρίσκεται δίπλα στα Νησιά Σάντουιτς), μια χώρα που, σύμφωνα με τον Κουκ, «ήταν άγρια, τρομερή και δεν υπήρχε ούτε ένα δέντρο ή θάμνος, έστω για δείγμα».

Στις 29 Ιουλίου 1775, η αποστολή γύρισε στην Αγγλία. Αυτά τα τρία χρόνια, μόνο τέσσερα μέλη του πληρώματος έχασαν τη ζωή τους και κανενός ο θάνατος δεν προήλθε από σκορβούτο.

Μετά το δεύτερο ταξίδι πήρε προαγωγή στο αξίωμα του πλοιάρχου και εκλέχθηκε ως μέλος της Βασιλικής Εταιρείας, ενώ ακόμη του απονεμήθηκε μία από τις υψηλότερες τιμές, το χρυσό μετάλλιο Κόπλεϊ (gold Copley Medal), το οποίο πήρε λόγω εγγράφου του που περιέγραφε τις μεθόδους του σχετικά με την διατήρηση της υγείας του πληρώματός του, αλλά και την αναφορά του πάνω στο σκορβούτο.

Το τρίτο ταξίδι

Το τρίτο ταξίδι του Τζέιμς Κουκ

Στο διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ του δεύτερου και του τρίτου ταξιδιού του, ο Τζέιμς Κουκ χρίστηκε τέταρτος διοικητής στο Νοσοκομείου του Γκρίνουιτς. Σε εκείνο το σημείο θα μπορούσε να είχε αποσυρθεί με όλες τις τιμές (ήταν πλέον 47 ετών), όμως ο ίδιος είχε πει τότε πως «τα όρια του Νοσοκομείου αυτού παραείναι στενά για ένα ενεργητικό μυαλό σαν το δικό μου».

Βέβαια, επί της ουσίας ποτέ δεν του δόθηκε ο χρόνος να εγκατασταθεί εκεί, παρά το γεγονός πως και ο ίδιος δε θα το επέλεγε. Το 1776 αποφάσισαν να τον στείλουν στον Βόρειο Ειρηνικό, ώστε να ανακαλύψει το Βορειοδυτικό Πέρασμα, ένα πιθανό θαλάσσιο περάσματος μεταξύ της Ευρώπης και της Ασίας.

Έτσι, ο Κουκ, κυβερνήτης της Απόφασης, και ο Τσαρλς Κλαρκ, που ανατέθηκε ως κυβερνήτης της Ανακάλυψης (Discovery) –καθώς η Περιπέτεια βρισκόταν ήδη σε άλλη αποστολή–, και άλλα 192 μέλη πληρώματος των δύο πλοίων, ξεκίνησαν για αυτή τη νέα αποστολή από το Πλύμουθ στις 12 Ιουλίου 1776.

Τον Ιανουάριο του επόμενου έτους έφτασαν στην Τασμανία και αργότερα ανακάλυψαν τις Νήσους Κουκ. Μετά το πέρασμά του από την Τόνγκα και την Ταϊτή, συνέχισαν την πορεία τους προς τα βόρεια.

Στις 18 Ιανουαρίου 1778 ανακάλυψε το αρχιπέλαγος της σημερινής Χαβάη, στο οποίο έδωσε την ονομασία Νησιά Σάντουιτς (όχι τα Νότια Νησιά Σάντουιτς του Ατλαντικού) προς τιμή του χρηματοδότη του των ταξιδιών του, του κόμη Τζον Μόνταγκιου.

Συνεχίζοντας, έφτασε μέχρι τις ακτές τις Βόρειας Αμερικής και έγινε ο πρώτος Ευρωπαίος που πάτησε στη στεριά του νησιού Βανκούβερ. Πριν εισέλθει στην Βερίγγειο Θάλασσα, ήρθε σε επαφή με Ρώσους εμπόρους γούνας στις Αλεούτιες Νήσους.

Ο πάγος δυστυχώς τον εμπόδισε να φτάσει μακρύτερα μέσα στον Αρκτικό Ωκεανό και να ανακαλύψει το περίφημο Βορειοδυτικό Πέρασμα, αναγκάζοντάς τον να πλεύσει προς τα νότια. Παρότι δεν κατόρθωσε να φέρει εις πέρας της αποστολή του, ο Κουκ χαρτογράφησε την ακτή της Αλάσκας, παρατήρησε τα ηφαίστεια στις Αλεούτιες Νήσους και περιέγραψε αρκετά ζώα, όπως πολικές αρκούδες, λύκους, αλλά και άλλα είδη τα οποία συνάντησε.

Ο θάνατος του

Η επιστροφή στα Νησιά Σάντουιτς (που μετονομάστηκαν σε νησιά Χαβάι το 1840) θα αποτελούσε και το τελευταίο ταξίδι του Κουκ στις θάλασσες, αλλά και στη ζωή.

Τον Νοέμβρη του 1778 επέστρεψε πίσω και αμέσως παρατηρήθηκε η αλλαγή στη συμπεριφορά των μέχρι τότε φιλικών προς το μέρος τους ιθαγενών, οι οποίοι τους συμπεριφέρονταν πλέον όχι και τόσο φιλικά. Και ενώ τα πλοία ετοιμάζονταν να αναχωρήσουν τον Φεβρουάριο του 1779, μία σφοδρή καταιγίδα τους υποχρέωσε να γυρίσουν πίσω ύστερα από λίγες ημέρες.

Τα πράγματα δεν προμηνύονταν καλά από εκεί και ύστερα. Οι ντόπιοι έκλεψαν μια βάρκα στον κόλπο Κιλακέκουα και ο Κουκ είπε στον τοπικό βασιλιά πως θα έπαιρνε ομήρους, έως ότου επιστραφούν στους Άγγλους τα κλοπιμαία. Η πρόθεσή του εξόργισε τους αυτόχθονες της Χαβάη και άρχισε η επίθεση εναντίον των Άγγλων.

Ο Κουκ διέταξε το πλήρωμά του να οπισθοχωρήσει θέλοντας να ηγηθεί προσωπικά ο ίδιος των διαπραγματεύσεων. Οι ναύτες του είχαν ήδη αρχίσει να πυροβολούν από τις βάρκες, ενώ ο καπετάνιος φώναζε μάταια να σταματήσουν για να αποφευχθεί το μακελειό. Οι ντόπιοι τελικά βρήκαν την ευκαιρία να επιτεθούν στον ίδιο πισώπλατα χτυπώντας τον στο κεφάλι (λέγεται μάλιστα πως όση ώρα ήταν πρόσωπο με πρόσωπο μαζί τους κανένας δεν τόλμησε να τον πειράξει, παρά μόνο όταν τους γύρισε την πλάτη για να δώσει μερικές διαταγές) και άρχισαν να σέρνουν το σώμα του στην ακτή. Το ημερολόγιο τότε έγραφε 14 Φεβρουαρίου 1779.

Ο θάνατος του Τζέιμς Κουκ

Επιστροφή στην Αγγλία

Ό,τι επέμεινε από το σώμα του άτυχου Τζέιμς Κουκ, ρίχτηκε στη θάλασσα συμβολικά από τους υπόλοιπους του πληρώματος. Με βαριά καρδιά, πήραν το δρόμο της επιστροφής, όπως αναφέρει στις σημειώσεις του ο Τζέιμς Κινγκ (υποπλοίαρχος της Απόφασης), ο οποίος έγραψε για τον θάνατο του Κουκ. Αν και σχετικά με τον θάνατο του μεγάλου θαλασσοπόρου υπάρχουν πολλές εκδοχές, ανάλογες με το σημείο που βρισκόταν οι αυτόπτες μάρτυρες, οι οποίοι αργότερα κατέγραψαν τα γεγονότα στα ημερολόγιά τους κατά την επιστροφή στην Αγγλία.

Η υπόλοιπη αποστολή, αν και συντετριμμένη από τον φρικτό θάνατο του καπετάνιου Κουκ, επιχείρησε και πάλι την αρχική πορεία της πλέοντας βόρεια, όμως τα παγόβουνα την ανάγκασε να γυρίσει ξανά πίσω. Ο Κινγκ, μάλιστα, γράφει πως «είχαμε μπουχτίσει όλοι πια με τους τόσους κινδύνους και η επιμονή μας δεν είχε ανταμειφθεί με την παραμικρή πιθανότητα επιτυχίας, ώστε στρέψαμε κι εμείς τα πρόσωπά μας προς την πατρίδα». 

Στη διάρκεια του τρίτου και τελευταίου ταξιδιού η Απόφαση έχασε από αρρώστια μόλις πέντε άνδρες (με τους τρεις να έχουν ασταθή υγεία ήδη από τον απόπλου), ενώ η Ανακάλυψη ούτε έναν.

Όσον αφορά την προσωπική του ζωή, ο Τζέιμς Κουκ είχε πολύ λίγο χρόνο για να αφοσιωθεί στην οικογένειά του. Είχε παντρευτεί την Ελίζαμπεθ Μπατς το 1762 και μαζί είχαν κάνει έξι παιδιά. Τρία από αυτά πέθαναν όταν βρίσκονταν ακόμη στη βρεφική τους ηλικία, ενώ τα υπόλοιπα είχαν βρει όλα τους θάνατο μέχρι το 1794.

Ο Τζέιμς Κουκ ήταν ένας άνθρωπος που φερόταν με ιδιαίτερη καλοσύνη προς τους ιθαγενείς, οι οποίοι τον εμπιστεύονταν λόγω της φιλικής του διάθεσης. Δεν κατηγορήθηκε ποτέ για βίαιη ή εχθρική συμπεριφορά και σεβόταν τις συνήθειες οποιασδήποτε φυλής συνάντησε στο διάβα του. Ο τραγικός τρόπος με τον οποίο ο σπουδαίος αυτός θαλασσοπόρος πέθανε στα χέρια ανθρώπων που κατά τα άλλα τον εκτιμούσαν και τον σέβονταν (ίσως παραπάνω και από κάποιους ομοεθνείς του), αποτελεί μεγάλη ειρωνεία. Είχε κατορθώσει να αλλάξει με ειρηνικό τρόπο τον χάρτη του κόσμου, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο στην ιστορία.

Τα ταξίδια του Τζέιμς Κουκ

Πηγή χαρτών: Wikimedia Commons

Ένας Ελβετός ναυτικός μάλιστα, ο Ζίμερμαν, που συμμετείχε στο τρίτο ταξίδι του Κουκ, περιγράφει αμερόληπτα την προσωπικότητα του καπετάνιου στις σημειώσεις του: Ήταν ένας ψηλός, όμορφος, δυναμικός και ταυτόχρονα αρκετά ξερακιανός άντρας, με σκούρα καστανά μαλλιά. Είχε όψη αυστηρή και ήταν αρκετά οξύθυμος. Ακολουθούσε άτεγκτα τους κανονισμούς του πλοίου και όποια τιμωρία υπαγόρευαν αυτοί. Συνήθως μιλούσε ελάχιστα, ενώ κάποτε παρουσιαζόταν φιλικός με το πλήρωμα. Έβγαζε λόγους μονάχα όταν έπρεπε και δεν έβριζε ποτέ. Ήταν, επίσης, καθαρός ως προς τις προσωπικές του συνήθειες και έτρωγε λιτά. Σύμφωνα με τον Ζίμερμαν, η αφοβία και το σθένος του ήταν τα κυριότερα χαρακτηριστικά του και συνδυάζονταν με το σχεδόν αλάθητο ένστικτό του για τους κινδύνους που μπορούσαν να απειλήσουν την ασφάλεια του πλοίου του. «Όλοι νιώθαμε πως είχαμε χάσει έναν πατέρα», είναι τα λόγια του ναυτικού μετά την είδηση του θανάτου του.

Ένας λευκός οβελίσκος και μία πλάκα που σηματοδοτεί τη γενικότερη περιοχή που ο Κουκ βρήκε τον πρόωρο θάνατο βρίσκονται στην ακτή του κόλπου Κιλακέκουα, σε ένα από τα νησιά της Χαβάης. Αυτό το μικροσκοπικό κομμάτι γης είναι το μοναδικό βρετανικό έδαφος που υπάρχει μέχρι και σήμερα στις ΗΠΑ. Η πρόσβαση στο μνημείο γίνεται είτε με καγιάκ και βάρκα, είτε με πεζοπορία περίπου δύο μιλίων.

«Εγώ που είχα τη φιλοδοξία όχι μόνο να φτάσω μακρύτερα από όσο είχε φανταστεί κανείς ποτέ, αλλά όσο μακριά ήταν δυνατό να προχωρήσει ο άνθρωπος».
James Cook
Τζέιμς Κουκ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

* Ορισμένοι σύνδεσμοι σε αυτήν την ανάρτηση οδηγούν σε συνεργαζόμενες σελίδες. Εάν αγοράσετε κάτι μέσω αυτών, μπορεί να κερδίσω μια μικρή προμήθεια — η οποία ΔΕΝ σας επιβαρύνει σε κάτι! Με αυτόν τον τρόπο το geografikoi.gr συντηρείται και μπορώ και παρέχω το περιεχόμενο του δωρεάν.